Σταθεροποιώ στα δανικά
Μετάφραση: σταθεροποιώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stabilisere, stabilisering, at stabilisere, stabilisere sig, regulering af
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σταθεροποιώ
σταθεροποιώ λεξικό γλώσσας δανικά, σταθεροποιώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- σταγόνα στα δανικά - dråbe, falde, tår, drop, slip, slippe, droppe
- σταθερά στα δανικά - støt, stadig, konstant, stadigt, jævnt
- σταθερός στα δανικά - fast, firma, stabil, stabilt, stabile, en stabil
- σταθερότητα στα δανικά - stabilitet, stabiliteten, stabile, stabilitetsprogram
Τυχαίες λέξεις
Σταθεροποιώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stabilisere, stabilisering, at stabilisere, stabilisere sig, regulering af
Μεταφράσεις: stabilisere, stabilisering, at stabilisere, stabilisere sig, regulering af