Σταθεροποιώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: σταθεροποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стабілізуйте, стабілізувати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σταθεροποιώ
σταθεροποιώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σταθεροποιώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σταγόνα στα ουκρανικά - упускати, падіння, народитись, крапати, зниження
- σταθερά στα ουκρανικά - непохитно, твердо, постійно, завжди, що постійно
- σταθερός στα ουκρανικά - стійкий, постійний, непохитний, стайня, сталий, тривкий, рівний, ...
- σταθερότητα στα ουκρανικά - несхитність, релевантний, істотний, доречний, відповідний, стійкість, тривкість, ...
Τυχαίες λέξεις
Σταθεροποιώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: стабілізуйте, стабілізувати
Μεταφράσεις: стабілізуйте, стабілізувати