Συνήθως στα δανικά
Μετάφραση: συνήθως, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sædvanligvis, normalt, regel, som regel, oftest
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνήθως
συνήθωσ γαλλικά, συνήθως αντίθετα, συνήθως συνώνυμα, ωσ συνήθωσ, συνήθως συνώνυμο, συνήθως λεξικό γλώσσας δανικά, συνήθως στα δανικά
Μεταφράσεις
- συνήθεια στα δανικά - sædvane, vane, vane at, vane med, vanen
- συνήθης στα δανικά - almindelig, ordinær, sædvanlig, sædvanlige, sædvanligt, normalt, normale
- συναίνεση στα δανικά - samtykke, tilladelse, godkendelse, tilladelsen
- συναίσθημα στα δανικά - følelse, sindsbevægelse, fornemmelse, følelsen, fornemmelse af, følelse af
Τυχαίες λέξεις
Συνήθως στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sædvanligvis, normalt, regel, som regel, oftest
Μεταφράσεις: sædvanligvis, normalt, regel, som regel, oftest