Συνήθως στα ιταλικά
Μετάφραση: συνήθως, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ordinariamente, abitualmente, ordinario, solitamente, solito, di solito, generalmente, genere
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνήθως
συνήθωσ γαλλικά, συνήθως αντίθετα, συνήθως συνώνυμα, ωσ συνήθωσ, συνήθως συνώνυμο, συνήθως λεξικό γλώσσας ιταλικά, συνήθως στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- συνήθεια στα ιταλικά - usanza, vezzo, abitudine, costumanza, assuefazione, consuetudine, abito, ...
- συνήθης στα ιταλικά - solito, usuale, ordinario, comune, abituale, consueto, normale, ...
- συναίνεση στα ιταλικά - consenso, il consenso, autorizzazione, accordo, approvazione
- συναίσθημα στα ιταλικά - commozione, emozione, sentimento, sensazione, senso, sensibilità, sensazione di
Τυχαίες λέξεις
Συνήθως στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ordinariamente, abitualmente, ordinario, solitamente, solito, di solito, generalmente, genere
Μεταφράσεις: ordinariamente, abitualmente, ordinario, solitamente, solito, di solito, generalmente, genere