Συνολικός στα δανικά

Μετάφραση: συνολικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hel, samlede, alt, total, samlet, i alt
Συνολικός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνολικός

συνολικός υετός, συνολικός πληθυσμός της γης, συνολικός αριθμός δημοσίων υπαλλήλων, συνολικός αριθμός επιχειρήσεων στην ελλάδα, συνολικός αριθμός συνταξιούχων, συνολικός λεξικό γλώσσας δανικά, συνολικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συνοδεία στα δανικά - akkompagnement, akkompagnementet, Accompaniment, ledsagelse, akkompagnements
  • συνοδεύω στα δανικά - ledsage, ledsager, følge, ledsages, at ledsage
  • συνομιλία στα δανικά - konversation, samtale, samtalen, samtaler
  • συνομιλητής στα δανικά - samtalepartner, forhandlingspartner, samarbejdspartner, samtalepartneren, kontaktled
Τυχαίες λέξεις
Συνολικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hel, samlede, alt, total, samlet, i alt