Συνολικός στα εσθονικά
Μετάφραση: συνολικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tunked, türp, kogusumma, summaarne, täielik, kokku, kõigi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνολικός
συνολικός υετός, συνολικός πληθυσμός της γης, συνολικός αριθμός δημοσίων υπαλλήλων, συνολικός αριθμός επιχειρήσεων στην ελλάδα, συνολικός αριθμός συνταξιούχων, συνολικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, συνολικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- συνοδεία στα εσθονικά - saade, eskort, saatel, lisandina, saatega, kaaslane
- συνοδεύω στα εσθονικά - eskort, kaasnema, eskortima, saatma, saatja, kaasas, kaasnevad, ...
- συνομιλία στα εσθονικά - vestlus, vestluse, vestlust, vestluses, meilivestlus
- συνομιλητής στα εσθονικά - vestluskaaslane, jutukaaslane, kaasvestleja, vestluskaaslase, vestluskaaslase järgi, dialoogipartner
Τυχαίες λέξεις
Συνολικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tunked, türp, kogusumma, summaarne, täielik, kokku, kõigi
Μεταφράσεις: tunked, türp, kogusumma, summaarne, täielik, kokku, kõigi