Συνταγματικός στα δανικά
Μετάφραση: συνταγματικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forfatningsmæssige, forfatningsmæssig, konstitutionelle, konstitutionel, konstitutionelt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνταγματικός
συνταγματικός πατριωτισμός, συνταγματικός άξονας, συνταγματικός βερμπαλισμός, συνταγματικός πατριωτισμός χάμπερμας, συνταγματικός νόμος, συνταγματικός λεξικό γλώσσας δανικά, συνταγματικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- συνταγή στα δανικά - opskrift, pension, formel, opskriften, recept
- συνταγματάρχης στα δανικά - oberst, Colonel, obersten, oberst i
- συνταιριάζω στα δανικά - match, kamp, tændstik, passe ind, passer i, passe, passer, ...
- συνταξιούχος στα δανικά - pensioneret, pensionerede, trak sig tilbage, på pension, pensionister
Τυχαίες λέξεις
Συνταγματικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forfatningsmæssige, forfatningsmæssig, konstitutionelle, konstitutionel, konstitutionelt
Μεταφράσεις: forfatningsmæssige, forfatningsmæssig, konstitutionelle, konstitutionel, konstitutionelt