Συνωστισμός στα δανικά
Μετάφραση: συνωστισμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
marmelade, presse, knuse, fortrængning, crowding, sammenstimling, trængsel, fortrængningseffekt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνωστισμός
συνωστισμός ετυμολογία, συνωστισμόσ τησ σμύρνησ, συνωστισμός λεξικο, συνωστισμός δοντιών, συνωστισμός μεταφραση, συνωστισμός λεξικό γλώσσας δανικά, συνωστισμός στα δανικά
Μεταφράσεις
- συνωμοτώ στα δανικά - complot
- συνωμότης στα δανικά - medsammensvoren, konspirator, sammensvoren, conspirator, sammensværgeren
- συνύπαρξη στα δανικά - sameksistens, sameksistensen, sameksistens mellem
- συνώνυμος στα δανικά - synonym, synonymt, ensbetydende, synonyme, synonymer
Τυχαίες λέξεις
Συνωστισμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: marmelade, presse, knuse, fortrængning, crowding, sammenstimling, trængsel, fortrængningseffekt
Μεταφράσεις: marmelade, presse, knuse, fortrængning, crowding, sammenstimling, trængsel, fortrængningseffekt