Συνωστισμός στα τούρκικα

Μετάφραση: συνωστισμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
marmelat, ezmek, reçel, kalabalık, kalabalıklaşma, dışlama, boğmakta, dışlama etkisi, crowding
Συνωστισμός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνωστισμός

συνωστισμός ετυμολογία, συνωστισμόσ τησ σμύρνησ, συνωστισμός λεξικο, συνωστισμός δοντιών, συνωστισμός μεταφραση, συνωστισμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, συνωστισμός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συνωμοτώ στα τούρκικα - komplo, complot, suikâst, tuzak, komplo kurmak
  • συνωμότης στα τούρκικα - komplocu, suikastçı, suikâstçi, komplocu bir, suikastçın
  • συνύπαρξη στα τούρκικα - bir arada yaşama, birlikteliği, arada yaşama, arada bulunma, bir arada bulunma
  • συνώνυμος στα τούρκικα - eşanlamlı, eş anlamlı, eş anlamlıdır, eşanlamlıdır, ayn
Τυχαίες λέξεις
Συνωστισμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: marmelat, ezmek, reçel, kalabalık, kalabalıklaşma, dışlama, boğmakta, dışlama etkisi, crowding