Σχεδιάζω στα δανικά
Μετάφραση: σχεδιάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hensigt, tegning, plan, planlægge, design, motiv, designet, konstruktion, udformning
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχεδιάζω
σχεδιάζω την κουζίνα μου, σχεδιάζω ρούχα, σχεδιάζω κάθετες μεταξύ τους ευθείες, σχεδιάζω συνώνυμα, σχεδιάζω για όλους, σχεδιάζω λεξικό γλώσσας δανικά, σχεδιάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- σχίζω στα δανικά - tåre, rive, river, stykker, at rive, i stykker
- σχεδία στα δανικά - tømmerflåde, raft, flåden, flåde, redningsflåde
- σχεδιασμός στα δανικά - plan, hensigt, design, motiv, designet, konstruktion, udformning
- σχεδιαστής στα δανικά - designer, designer Bestil, designer Bestil en, designeren, designermode
Τυχαίες λέξεις
Σχεδιάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hensigt, tegning, plan, planlægge, design, motiv, designet, konstruktion, udformning
Μεταφράσεις: hensigt, tegning, plan, planlægge, design, motiv, designet, konstruktion, udformning