Τέχνασμα στα δανικά

Μετάφραση: τέχνασμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
apparat, kneb, trick, Tricket, Kunsten, stik
Τέχνασμα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τέχνασμα

τέχνασμα συνωνυμο, τέχνασμα συνώνυμο, τέχνασμα fourier, τέχνασμα του θεμιστοκλή, τέχνασμα λεξικό γλώσσας δανικά, τέχνασμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τέταρτο στα δανικά - kvart, bydel, fjerdedel, kvarter, kvartal, kvartalet
  • τέτοιος στα δανικά - sådan, såsom, f.eks, en sådan, som f.eks
  • τέχνη στα δανικά - kunst, Art, teknik, teknikken, området
  • τήβεννος στα δανικά - kjole, Toga, i Toga, toga for
Τυχαίες λέξεις
Τέχνασμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: apparat, kneb, trick, Tricket, Kunsten, stik