Τέχνασμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: τέχνασμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
винахід, прилаштування, апарат, приймання, прибор, винайдення, вигадка, хитрість, трюк
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τέχνασμα
τέχνασμα συνωνυμο, τέχνασμα συνώνυμο, τέχνασμα fourier, τέχνασμα του θεμιστοκλή, τέχνασμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τέχνασμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τέταρτο στα ουκρανικά - кварта, чверть, місяць
- τέτοιος στα ουκρανικά - такий, такі, таких
- τέχνη στα ουκρανικά - майстерність, мистецтво, кваліфікація, різдво, спритність, вміння, уміння, ...
- τήβεννος στα ουκρανικά - грабування, тога
Τυχαίες λέξεις
Τέχνασμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: винахід, прилаштування, апарат, приймання, прибор, винайдення, вигадка, хитрість, трюк
Μεταφράσεις: винахід, прилаштування, апарат, приймання, прибор, винайдення, вигадка, хитрість, трюк