Τοποθετώ στα δανικά

Μετάφραση: τοποθετώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stille, hjem, lægge, beliggenhed, mængde, tilberede, plads, sætte, sted, apparat, stedet
Τοποθετώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τοποθετώ

τοποθετώ συνώνυμα, τοποθετώ στα αγγλικά, τοποθετώ προστακτική ενεστώτα, τοποθετώ αγγλικά, τοποθετώ ρήμα, τοποθετώ λεξικό γλώσσας δανικά, τοποθετώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τοποθέτηση στα δανικά - placering, placeringen, anbringelse, emission, anbringelsen
  • τοποθεσία στα δανικά - sted, plads, beliggenhed, placering, Beliggenhed, placeringen, Location
  • τορνευτής στα δανικά - turner, Vender, Turners, drejerværksted, Drejeren
  • τορπίλη στα δανικά - torpedo, torpedoen, torpedoer
Τυχαίες λέξεις
Τοποθετώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stille, hjem, lægge, beliggenhed, mængde, tilberede, plads, sætte, sted, apparat, stedet