Τώρα στα δανικά
Μετάφραση: τώρα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nå, nu, straks, dig nu, nu er, dag
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τώρα
τώρα ή ποτέ, τώρα σκαι, τώρα για την πάτρα, τώρα ότι συμβαίνει, τώρα θα πιάσω σπίτι στον παράδεισο, τώρα λεξικό γλώσσας δανικά, τώρα στα δανικά
Μεταφράσεις
- τύχη στα δανικά - lejlighed, tilfælde, tilfældig, held, chance, formue, fortune, ...
- τύψη στα δανικά - samvittighedsnag, samvittighedskvaler, anger, skrupler, skrupler med
- υαλώδης στα δανικά - glasagtig, glasagtige, glasagtigt, spejlblanke
- υβριστικός στα δανικά - udskældende
Τυχαίες λέξεις
Τώρα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nå, nu, straks, dig nu, nu er, dag
Μεταφράσεις: nå, nu, straks, dig nu, nu er, dag