Φάρμα στα δανικά
Μετάφραση: φάρμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gård, farm, gården, bedriften, bedrift
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φάρμα
φάρμα πανορμίτης, φάρμα agreco, φάρμα κουτσιώφτη, φάρμα φωτιάδη, φάρμα ηλείας, φάρμα λεξικό γλώσσας δανικά, φάρμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- φάρα στα δανικά - stamme, stammen, stammens
- φάρδος στα δανικά - vidde, bredde, bredden, width, bredde på
- φάρμακο στα δανικά - lægevidenskab, medicin, lægemiddel, medicinen, lægemidlet
- φάση στα δανικά - scene, fase, fasen, etape
Τυχαίες λέξεις
Φάρμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gård, farm, gården, bedriften, bedrift
Μεταφράσεις: gård, farm, gården, bedriften, bedrift