Φασιανός στα δανικά
Μετάφραση: φασιανός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fasan, Pheasant, fasaner, fasanen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φασιανός
φασιανός συνταγές, φασιανός έργα, φασιανός ζωγράφος, φασιανός αλέκος έργα, φασιανός συνταγή, φασιανός λεξικό γλώσσας δανικά, φασιανός στα δανικά
Μεταφράσεις
- φαρμακοποιός στα δανικά - apoteker, kemiker, apotekeren, Apothecary, apotheker, apotek
- φασαρία στα δανικά - larm, ballade, ståhej, vrøvl, besvær, dikkedarer
- φασισμός στα δανικά - fascisme, fascismen, fascismens
- φασιστής στα δανικά - fascist, fascistiske, fascistisk, den fascistiske, fascismen
Τυχαίες λέξεις
Φασιανός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fasan, Pheasant, fasaner, fasanen
Μεταφράσεις: fasan, Pheasant, fasaner, fasanen