Φασιανός στα σουηδικά
Μετάφραση: φασιανός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fasan, Pheasant, fasanen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φασιανός
φασιανός συνταγές, φασιανός έργα, φασιανός ζωγράφος, φασιανός αλέκος έργα, φασιανός συνταγή, φασιανός λεξικό γλώσσας σουηδικά, φασιανός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- φαρμακοποιός στα σουηδικά - kemist, apotekare, Apothecary, apotekaren, apotek, Apothecaryen
- φασαρία στα σουηδικά - bråk, sinnesrörelse, upphetsning, oväsen, uppståndelse, krångel, väsen, ...
- φασισμός στα σουηδικά - fascism, fascismen, fascismens
- φασιστής στα σουηδικά - fascistiska, fascistisk, fascist
Τυχαίες λέξεις
Φασιανός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fasan, Pheasant, fasanen
Μεταφράσεις: fasan, Pheasant, fasanen