Φούσκωμα στα δανικά
Μετάφραση: φούσκωμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
inflation, inflationen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φούσκωμα
φούσκωμα στο στήθος, φούσκωμα στην κοιλιά και πόνος, φούσκωμα εντέρων, φούσκωμα κοιλιάς, φούσκωμα στην κοιλια, φούσκωμα λεξικό γλώσσας δανικά, φούσκωμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- φούρνος στα δανικά - smelteovn, ovn, ovnen, ovnens
- φούσκα στα δανικά - blære, puff, pust, sug, drag, pudderkvast
- φούστα στα δανικά - nederdel, skørt, skørtet, skirt, mellemgulv
- φράγμα στα δανικά - afspærring, dige, dæmning, dæmningen, Dam
Τυχαίες λέξεις
Φούσκωμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: inflation, inflationen
Μεταφράσεις: inflation, inflationen