Φούσκωμα στα τούρκικα

Μετάφραση: φούσκωμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
enflasyon, enflasyonun, enflasyonu, enflasyona
Φούσκωμα στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φούσκωμα

φούσκωμα στο στήθος, φούσκωμα στην κοιλιά και πόνος, φούσκωμα εντέρων, φούσκωμα κοιλιάς, φούσκωμα στην κοιλια, φούσκωμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, φούσκωμα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • φούρνος στα τούρκικα - ocak, fırın, fırında, fırını, firin, fırının
  • φούσκα στα τούρκικα - köpük, kaynamak, puf, puff, milföy, kabarıklık, lüle
  • φούστα στα τούρκικα - orospu, etek, kız, eteği, skirt, kenar
  • φράγμα στα τούρκικα - set, engel, baraj, Dam, barajı, barajın
Τυχαίες λέξεις
Φούσκωμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: enflasyon, enflasyonun, enflasyonu, enflasyona