Φούσκωμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: φούσκωμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
infliacija, infliacijos, infliaciją, infliacijai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φούσκωμα
φούσκωμα στο στήθος, φούσκωμα στην κοιλιά και πόνος, φούσκωμα εντέρων, φούσκωμα κοιλιάς, φούσκωμα στην κοιλια, φούσκωμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φούσκωμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- φούρνος στα λιθουανικά - krosnis, orkaitė, krosnelė, orkaitės, orkaitę
- φούσκα στα λιθουανικά - virti, burbulas, gūsis, papsėti, pūkšti, dūmo užtraukimas, nepelnytas gyrimas
- φούστα στα λιθουανικά - sijonas, diafragmos, skirt, sijonai, uždanga
- φράγμα στα λιθουανικά - barjeras, pylimas, užtvanka, užtvara, Dam, užtvankos, damba
Τυχαίες λέξεις
Φούσκωμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: infliacija, infliacijos, infliaciją, infliacijai
Μεταφράσεις: infliacija, infliacijos, infliaciją, infliacijai