Φροντίζω στα δανικά

Μετάφραση: φροντίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sorg, ti, varetægt, pleje, sig, omhu, omsorg, behandling
Φροντίζω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φροντίζω

φροντίζω το σώμα μου στο νηπιαγωγείο, φροντίζω συνώνυμα, φροντίζω - γεροντολογικό κέντρο, φροντίζω το σώμα μου, φροντίζω το μωρό μου, φροντίζω λεξικό γλώσσας δανικά, φροντίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • φρονιμάδα στα δανικά - dyd, anstændighed, moral, anstændigvis, anstændigheden
  • φροντίδα στα δανικά - pleje, opmærksomhed, varetægt, reklamation, sigtelse, læs, anklage, ...
  • φρουκτόζη στα δανικά - fruktose, fructose, af fructose
  • φρουμάζω στα δανικά - froumazo
Τυχαίες λέξεις
Φροντίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sorg, ti, varetægt, pleje, sig, omhu, omsorg, behandling