Χρίω στα δανικά

Μετάφραση: χρίω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
suffuse, gennemsyre, brede sig, sive
Χρίω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χρίω

χρίω λεξικό γλώσσας δανικά, χρίω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χρήστης στα δανικά - bruger, brugeren, brugerguide, brugerens, brugeranmeldelser
  • χρίσμα στα δανικά - Salvelse, sidste olie, salvelsesfuldt, unction, den sidste olie
  • χρειάζομαι στα δανικά - behov, nød, fordre, behøve, brug, brug for, har brug, ...
  • χρεοκοπημένος στα δανικά - konkurs, fallit, konkursramte, bankerot
Τυχαίες λέξεις
Χρίω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: suffuse, gennemsyre, brede sig, sive