Ίκτερο στα εσθονικά
Μετάφραση: ίκτερο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kollatõbi, kadedus, ikterus, ikterusega, kollasus, ikteruse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ίκτερο
νεογνικό ίκτερο, αποφρακτικό ίκτερο, ίκτερο τι είναι, ίκτερο λεξικό γλώσσας εσθονικά, ίκτερο στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ίδρυση στα εσθονικά - asutamine, kärjeraam, kehtestamine, sihtasutus, asum, asutus, riigiaparaat, ...
- ίζημα στα εσθονικά - löga, immitsema, pant, sete, deposiit, muda, sissemaks, ...
- ίκτερος στα εσθονικά - kadedus, kollatõbi, ikterus, ikterusega, kollasus, ikteruse
- ίνα στα εσθονικά - kiud, kiu, fiber, kiudaineid, kiust
Τυχαίες λέξεις
Ίκτερο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kollatõbi, kadedus, ikterus, ikterusega, kollasus, ikteruse
Μεταφράσεις: kollatõbi, kadedus, ikterus, ikterusega, kollasus, ikteruse