Ακμάζω στα εσθονικά

Μετάφραση: ακμάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õitsema, heilutama, vinjett, õitega, bloom, õitsevad, õitsemine
Ακμάζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακμάζω

ακμάζω συνωνυμα, δαμάζω συνωνυμο, δαμάζω συνώνυμα, ακμάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, ακμάζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ακεραιότητα στα εσθονικά - rikkumatus, terviklikkus, ausus, terviklikkuse, terviklikkust, puutumatuse, terviklikkusele
  • ακλόνητος στα εσθονικά - järjekindel, unshaken, vankumatu, vapustust
  • ακμή στα εσθονικά - tipp, akne
  • ακμαίος στα εσθονικά - aktiivne, toimekas, õitsev, õitsva, õitsvat, õitsengut, õitseng
Τυχαίες λέξεις
Ακμάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: õitsema, heilutama, vinjett, õitega, bloom, õitsevad, õitsemine