Αμύγδαλο στα εσθονικά
Μετάφραση: αμύγδαλο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mandel, mandli, mandliõli, mandli-, mandlikujulised
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμύγδαλο
αμύγδαλο βραζιλίας, αμύγδαλο ιδιότητες, αμύγδαλο θρεπτική αξία, αμύγδαλο θερμίδες, αμύγδαλο φιλέ, αμύγδαλο λεξικό γλώσσας εσθονικά, αμύγδαλο στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αμφισημία στα εσθονικά - mitmemõttelisus, ebaselgust, ebaselguse, mitmetähenduslikkus
- αμόνι στα εσθονικά - alasi, alasit, alasiga, anvil, alasi vahel
- αμύνομαι στα εσθονικά - kaitsma, kaitsta, kaitseks, kaitsmiseks, kaitsevad
- αν στα εσθονικά - kas, kui
Τυχαίες λέξεις
Αμύγδαλο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: mandel, mandli, mandliõli, mandli-, mandlikujulised
Μεταφράσεις: mandel, mandli, mandliõli, mandli-, mandlikujulised