Αμύγδαλο στα ιταλικά
Μετάφραση: αμύγδαλο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mandorla, mandorle, di mandorle, di mandorla, mandorlo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμύγδαλο
αμύγδαλο βραζιλίας, αμύγδαλο ιδιότητες, αμύγδαλο θρεπτική αξία, αμύγδαλο θερμίδες, αμύγδαλο φιλέ, αμύγδαλο λεξικό γλώσσας ιταλικά, αμύγδαλο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αμφισημία στα ιταλικά - ambiguità, l'ambiguità, dell'ambiguità, un'ambiguità, di ambiguità
- αμόνι στα ιταλικά - incudine, un'incudine, dell'incudine, sull'incudine, l'incudine
- αμύνομαι στα ιταλικά - difendere, difendermi, di difendermi
- αν στα ιταλικά - se, caso, qualora, quando
Τυχαίες λέξεις
Αμύγδαλο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: mandorla, mandorle, di mandorle, di mandorla, mandorlo
Μεταφράσεις: mandorla, mandorle, di mandorle, di mandorla, mandorlo