Αμύγδαλο στα ουγγρικά
Μετάφραση: αμύγδαλο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mandula, mandulás, mandulával, mandulaolaj, a mandula
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμύγδαλο
αμύγδαλο βραζιλίας, αμύγδαλο ιδιότητες, αμύγδαλο θρεπτική αξία, αμύγδαλο θερμίδες, αμύγδαλο φιλέ, αμύγδαλο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αμύγδαλο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αμφισημία στα ουγγρικά - kétértelműség, kétértelműséget, egyértelmű, félreérthetőség, bizonytalanság
- αμόνι στα ουγγρικά - üllő, üllőt, üllőre, az üllő, ütköző
- αμύνομαι στα ουγγρικά - megvédeni magam, megvédjem magam, védeni magam, védjem meg magam, megvédeni magamat
- αν στα ουγγρικά - ha, amennyiben, esetén, ha a
Τυχαίες λέξεις
Αμύγδαλο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: mandula, mandulás, mandulával, mandulaolaj, a mandula
Μεταφράσεις: mandula, mandulás, mandulával, mandulaolaj, a mandula