Ανακόπτω στα εσθονικά

Μετάφραση: ανακόπτω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
peatuma, tekk, märgistama, vars, varre, tüvirakkude, varras, tüvi
Ανακόπτω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακόπτω

ανακόπτω λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανακόπτω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ανακτώ στα εσθονικά - taastuma, taastama, taastuda, nõuda tagasi, tagasi nõuda, sisse nõuda
  • ανακωχή στα εσθονικά - relvarahu, vaherahu, vaherahu sõlmimist, sõlmitud vaherahu, teel vaherahu sõlmimist, vaherahust
  • ανακύκλωση στα εσθονικά - ümbertöötlemine, ringlussevõtu, ringlussevõtt, ringlussevõttu, recycling
  • αναλαμπή στα εσθονικά - välgatus, välklamp, plinkima, kumama, flash, välgu, välk, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανακόπτω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: peatuma, tekk, märgistama, vars, varre, tüvirakkude, varras, tüvi