Ανακόπτω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ανακόπτω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
проверка, чек, съдържание/състав, стебло, ствол, стволови, стъбло, на стволови
Ανακόπτω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακόπτω

ανακόπτω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανακόπτω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ανακτώ στα βουλγαρικά - възстановяване, възстановят, възстанови, възстановява, възстановяват
  • ανακωχή στα βουλγαρικά - примирие, примирието, временно примирие, отдих
  • ανακύκλωση στα βουλγαρικά - рециклиране, рециклирането, рециклиране на, за рециклиране, рециклирането на
  • αναλαμπή στα βουλγαρικά - флаш, светкавица, Flash, на Flash, светкавицата
Τυχαίες λέξεις
Ανακόπτω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: проверка, чек, съдържание/състав, стебло, ствол, стволови, стъбло, на стволови