Αναπτύσσω στα εσθονικά
Μετάφραση: αναπτύσσω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
arenema, ilmutama, arendama, arendada, töötada välja, välja töötada, välja töötama
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπτύσσω
αναπτύσσω βικιλεξικο, αναπτύσσω προστακτικη, αναπτύσσω παρατατικός, αναπτύσσω λεξικό, αναπτύσσω αντωνυμο, αναπτύσσω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αναπτύσσω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αναπτήρας στα εσθονικά - heledam, lihter, valgem, süütaja, välgumihkel, kergem, kergemad, ...
- αναπτύσσομαι στα εσθονικά - arenema, ilmutama, kuju, kujundeid, kujundid, kujusid, kujuga
- αναπόφευκτα στα εσθονικά - vältimatult, paratamatult, kindlasti, vältimatu, kahtlemata
- αναπόφευκτος στα εσθονικά - paratamatus, vältimatu, paratamatu, vältimatud, möödapääsmatu
Τυχαίες λέξεις
Αναπτύσσω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: arenema, ilmutama, arendama, arendada, töötada välja, välja töötada, välja töötama
Μεταφράσεις: arenema, ilmutama, arendama, arendada, töötada välja, välja töötada, välja töötama