Απύθμενος στα εσθονικά

Μετάφραση: απύθμενος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põhjatu, püksatu, piiritu, põhjatusse, põhjatud, põhjatust, põhjatus
Απύθμενος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απύθμενος

απύθμενος συνωνυμο, απύθμενος συνώνυμα, απύθμενος λεξικό γλώσσας εσθονικά, απύθμενος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • απόφοιτος στα εσθονικά - gradueerima, lõpetaja, koolilõpetaja, lõpetanud, kraadiõppe, magistriõppe
  • απόχρωση στα εσθονικά - värving, kõrvalmaik, nüanss, värvitoon, toonimine, varjund, toon, ...
  • απώλεια στα εσθονικά - kaotus, kadu, kahjum, kahju, kahjumi
  • απών στα εσθονικά - puuduv, äraolev, puudub, puuduvad, puuduvate, puududa
Τυχαίες λέξεις
Απύθμενος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: põhjatu, püksatu, piiritu, põhjatusse, põhjatud, põhjatust, põhjatus