Αριστοκρατία στα εσθονικά
Μετάφραση: αριστοκρατία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hingesuurus, aadliseisus, aristokraatia, üllus, aadel, aristokraatiast, aristokraatidest, aadlist
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αριστοκρατία
αριστοκρατία αριστοτέλησ, συγκλητική αριστοκρατία, αριστοκρατία του ξίφους, δημοκρατική αριστοκρατία, αριστοκρατία ολιγαρχία, αριστοκρατία λεξικό γλώσσας εσθονικά, αριστοκρατία στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αριστερός στα εσθονικά - illuminaator, järel, vasakule, pakpoord, port, sadam, portvein, ...
- αριστοκράτης στα εσθονικά - aristokraat, Aristocrat, aristokraadi, aristokraadist
- αριστοκρατικός στα εσθονικά - suursugune, aristokraatlik, šikk, Tore, ärplev, kelkiv, Diivaileva
- αρκετά στα εσθονικά - mõistlikult, täpselt, märgatavalt, hoopis, ausalt, päris, arvestatavalt, ...
Τυχαίες λέξεις
Αριστοκρατία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: hingesuurus, aadliseisus, aristokraatia, üllus, aadel, aristokraatiast, aristokraatidest, aadlist
Μεταφράσεις: hingesuurus, aadliseisus, aristokraatia, üllus, aadel, aristokraatiast, aristokraatidest, aadlist