Αρρώστια στα εσθονικά
Μετάφραση: αρρώστια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tõbi, haigus, tervisehäire, haiguse, haiguste, haigust, haigusega
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρρώστια
αρρώστια της νιότης, αρρώστια τριανταφυλλιάς, αρρώστια λεμονιάς, αρρώστια φοίνικα, αρρώστια του φιλιού, αρρώστια λεξικό γλώσσας εσθονικά, αρρώστια στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αρπακτικότητα στα εσθονικά - röövellikkus, ahnus, saagihimu, Saagi himo
- αρραβώνες στα εσθονικά - kohustus, palkamine, tegevus, kaasamine, engagement, kaasamist, töövõtu
- αρτηρία στα εσθονικά - arter, tuiksoon, arteri, arterisse, arterite
- αρτηριακός στα εσθονικά - arteriaalne, arteriaalse, arterite, arteriaalset, arteri
Τυχαίες λέξεις
Αρρώστια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tõbi, haigus, tervisehäire, haiguse, haiguste, haigust, haigusega
Μεταφράσεις: tõbi, haigus, tervisehäire, haiguse, haiguste, haigust, haigusega