Βούρτσα στα εσθονικά
Μετάφραση: βούρτσα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pintsel, pühkima, harjama, hari, võsa, harja, pintsliga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βούρτσα
βούρτσα μαλλιών θερμού αέρα perfect, βούρτσα με φυσική τρίχα, βούρτσα μαλλιών, βούρτσα slicker για τα κουνέλια, βούρτσα satin hair της braun, βούρτσα λεξικό γλώσσας εσθονικά, βούρτσα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βούλα στα εσθονικά - härg, pull, laik, sõnn, märkama, hüljes, pitsat, ...
- βούληση στα εσθονικά - volõõnia, tahe, teeb, hakkab
- βούτυρο στα εσθονικά - peagalööja, või, võid, võile, või-, võiga
- βράγχιο στα εσθονικά - lõpus, eosleht, seeneliistak, Gill, nakkevõrgud, nakkevõrke, Gilli
Τυχαίες λέξεις
Βούρτσα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: pintsel, pühkima, harjama, hari, võsa, harja, pintsliga
Μεταφράσεις: pintsel, pühkima, harjama, hari, võsa, harja, pintsliga