Βρόγχος στα εσθονικά
Μετάφραση: βρόγχος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
bronh, bronhi, bronhis, bronhist, bronhi-
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρόγχος
βρόγχος ή βρόχος, επαγωγικός βρόχος, ατέρμονος βρόγχος, βρόχος υστέρησης, ατέρμονας βρόχος, βρόγχος λεξικό γλώσσας εσθονικά, βρόγχος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βρυχηθμός στα εσθονικά - möirgama, möire, müha, vuhin, mühama
- βρυχώμαι στα εσθονικά - möire, möirgama, müha, vuhin, mühama
- βρόμα στα εσθονικά - hais, haisema, Löyhkä
- βρόμη στα εσθονικά - kaer, kaera, kaeratärklise, kaerast, kaeratärklise puhul
Τυχαίες λέξεις
Βρόγχος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: bronh, bronhi, bronhis, bronhist, bronhi-
Μεταφράσεις: bronh, bronhi, bronhis, bronhist, bronhi-