Γυμναστής στα εσθονικά

Μετάφραση: γυμναστής, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
iluvõimleja, võimleja, võimlejat, voimistelija, võimleja Ei
Γυμναστής στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γυμναστής

γυμναστής λεξικό γλώσσας εσθονικά, γυμναστής στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • γυαλιστερός στα εσθονικά - läikiv, spangly
  • γυμναστήριο στα εσθονικά - võimla, spordisaal, jõusaal, spordisaal hotellid, jõusaali
  • γυμναστική στα εσθονικά - võimlemine, iluvõimlemine, võimlemis, võimlemise, võimlemis-
  • γυμνισμός στα εσθονικά - nudism, nudismi, enamus alastiolekut
Τυχαίες λέξεις
Γυμναστής στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: iluvõimleja, võimleja, võimlejat, voimistelija, võimleja Ei