Διαλαλώ στα εσθονικά

Μετάφραση: διαλαλώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pasundama, pasundus, Pauhata, Broneering, pasundamisega
Διαλαλώ στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαλαλώ

διαλαλώ συνώνυμα, διαλαλώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, διαλαλώ στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • διακύμανση στα εσθονικά - fluktuatsioon, lainetamine, kõikumine, kõikumise, kõikumisest, kõikumisvahemikuga, kõikumisvahemiku
  • διαλέγω στα εσθονικά - eelistama, valima, otsustama, valida, valige, vali
  • διαλανθάνω στα εσθονικά - kitsikuses, luhtunud, keerutatud, jäetud, sunnitud
  • διαλογίζομαι στα εσθονικά - oletama, spekuleerima, spekuleerida, oletada, spekuleerivad
Τυχαίες λέξεις
Διαλαλώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: pasundama, pasundus, Pauhata, Broneering, pasundamisega