Διαλαλώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: διαλαλώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
trimituoti, trimitavimas, Wydzierać, Trąbić, Trąbienie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαλαλώ
διαλαλώ συνώνυμα, διαλαλώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαλαλώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διακύμανση στα λιθουανικά - svyravimas, svyravimo, svyravimai, kaita, svyravimų
- διαλέγω στα λιθουανικά - rinkti, pasirinkti, rinktis, pasirinkite, išsirinkti
- διαλανθάνω στα λιθουανικά - Suvyta, užsilikusius, dideles, per dideles, įstrigčiau
- διαλογίζομαι στα λιθουανικά - spėlioti, spekuliuoti, spėja
Τυχαίες λέξεις
Διαλαλώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: trimituoti, trimitavimas, Wydzierać, Trąbić, Trąbienie
Μεταφράσεις: trimituoti, trimitavimas, Wydzierać, Trąbić, Trąbienie