Διαλαλώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: διαλαλώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
процесори, рев, ревіння, ревище
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαλαλώ
διαλαλώ συνώνυμα, διαλαλώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαλαλώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διακύμανση στα ουκρανικά - флуктуація, коливання, сумнів, вагання
- διαλέγω στα ουκρανικά - обман, виберіть, розв'язуватись, вибрати, розв'язуватися, обирати, вибирати, ...
- διαλανθάνω στα ουκρανικά - уникніть, ухилятися, вислизати, уникнути, уникати, в, у, ...
- διαλογίζομαι στα ουκρανικά - роздумайте, спекулювати, міркувати, роздумувати, спекулюватимуть
Τυχαίες λέξεις
Διαλαλώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: процесори, рев, ревіння, ревище
Μεταφράσεις: процесори, рев, ревіння, ревище