Διαλαλώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: διαλαλώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
proclame, procissão, proclamar, apregoar, retumbar, blare, clangor, toque de trombeta, retinir
Διαλαλώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαλαλώ

διαλαλώ συνώνυμα, διαλαλώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διαλαλώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • διακύμανση στα πορτογαλικά - flutuação, variação, de flutuação, flutuações, oscilação
  • διαλέγω στα πορτογαλικά - nomear, raramente, escolher, eleger, designar, apurar, optar, ...
  • διαλανθάνω στα πορτογαλικά - elucidar, aclarar, encalhado, cadeia, cadeia simples, de cadeia, stranded
  • διαλογίζομαι στα πορτογαλικά - especular, espectador, especulam, speculate, especulamos, especulações
Τυχαίες λέξεις
Διαλαλώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: proclame, procissão, proclamar, apregoar, retumbar, blare, clangor, toque de trombeta, retinir