Εμείς στα εσθονικά
Μετάφραση: εμείς, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
veeklosett, tualett, veekäimla, me, meil, oleme, meie, peame
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμείς
εμείς η πόλη, εμείς οι έποικοι, εμείς κι εμείς, εμείς τα μπατιράκια, εμείς οι έλληνες, εμείς λεξικό γλώσσας εσθονικά, εμείς στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- εμβρόντητος στα εσθονικά - sõnatu, uimastatud, uimastada, uimastatakse, tuimastatud, hämmastunud
- εμβόλιο στα εσθονικά - vaktsiin, vaktsineerimine, vaktsiini, vaktsiiniga, vaktsiinide, vaktsiinis
- εμμένω στα εσθονικά - koidikulaul, kinnituma, püsima, taluma, kepp, stick, kinni, ...
- εμμονή στα εσθονικά - kleepuvus, truuksjäämine, kinnipidamine, pealekäivus, sihikindlus, visadust, visadus, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμείς στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: veeklosett, tualett, veekäimla, me, meil, oleme, meie, peame
Μεταφράσεις: veeklosett, tualett, veekäimla, me, meil, oleme, meie, peame