Εμείς στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εμείς, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nós, saída, que, nos, temos, que nós
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμείς
εμείς η πόλη, εμείς οι έποικοι, εμείς κι εμείς, εμείς τα μπατιράκια, εμείς οι έλληνες, εμείς λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εμείς στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εμβρόντητος στα πορτογαλικά - mudo, calado, aturdido, atordoado, surpreendeu, atordoados, chocado
- εμβόλιο στα πορτογαλικά - vacina, férias, vacina contra, vacina de, da vacina, de vacina
- εμμένω στα πορτογαλικά - aderir, aguentar, tolerar, esperar, suportar, sofrer, conformar-se, ...
- εμμονή στα πορτογαλικά - adesão, persistência, perseverança, a perseverança, perseverance, da perseverança
Τυχαίες λέξεις
Εμείς στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: nós, saída, que, nos, temos, que nós
Μεταφράσεις: nós, saída, que, nos, temos, que nós