Εύσαρκος στα εσθονικά

Μετάφραση: εύσαρκος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
täidlane, korpulentne, Paks, Pyylevä
Εύσαρκος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύσαρκος

εύσαρκος λεξικό γλώσσας εσθονικά, εύσαρκος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εύρημα στα εσθονικά - leid, otsustus, arvama, avastama, pidama, leidma, leida, ...
  • εύρος στα εσθονικά - laius, amplituud, ulatus, laiusega, laiuse, laiust, laiusest
  • εύσπλαχνος στα εσθονικά - armulik, halastav, armuline, halastaja, armulised
  • εύστροφος στα εσθονικά - ärgas, liikuv, libekeelne, väle, pinnapealne, kaval, silmakirjalik, ...
Τυχαίες λέξεις
Εύσαρκος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: täidlane, korpulentne, Paks, Pyylevä