Täidlane στα ελληνικά
Μετάφραση: täidlane, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύσαρκος, τροφαντός, παχύσαρκος, σωματώδη, γεμάτο, γεμάτο σώμα, με γεμάτο σώμα, γεμάτη γεύση
Μεταφράσεις
- kahekordistamine στα ελληνικά - επικάλυψη, επικαλύψεων, αλληλεπικάλυψη, αλληλοεπικάλυψη, η επικάλυψη
- kaugus στα ελληνικά - απόσταση, απόσταση για, απόσταση με, απόστασης, εξ αποστάσεως
- kohe στα ελληνικά - αμέσως, άμεσα, άμεση, πάραυτα
- maaliline στα ελληνικά - γραφικός, γραφικό, γραφική, γραφικά, γραφικές
Τυχαίες λέξεις
Täidlane στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύσαρκος, τροφαντός, παχύσαρκος, σωματώδη, γεμάτο, γεμάτο σώμα, με γεμάτο σώμα, γεμάτη γεύση
Μεταφράσεις: εύσαρκος, τροφαντός, παχύσαρκος, σωματώδη, γεμάτο, γεμάτο σώμα, με γεμάτο σώμα, γεμάτη γεύση