Καθαιρώ στα εσθονικά
Μετάφραση: καθαιρώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kuluma, degradeerima, lustrate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαιρώ
καθαιρώ συνώνυμα, καθαιρώ αρχικοί χρόνοι, καθαιρώ σημασια, καθαιρώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, καθαιρώ στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καθίζω στα εσθονικά - iste, koht, istuma, istuda, istuvad, istu, istub
- καθαγιάζω στα εσθονικά - pühitsema, hallow, Pyhittää
- καθαρά στα εσθονικά - nähtavalt, arusaadavalt, silmnähtavalt, neto, net, võrk, pakiruumis, ...
- καθαρίζω στα εσθονικά - laitmatu, lihvima, puhas, koorima, tühi, parandama, koor, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθαιρώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kuluma, degradeerima, lustrate
Μεταφράσεις: kuluma, degradeerima, lustrate