Καρτέρι στα εσθονικά
Μετάφραση: καρτέρι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
varitsus, varitsema, lõks, Trap, lõksu, püüduri, mõrra
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρτέρι
ρηχό καρτέρι, καρτέρι σκοπιανού στον αβραμόπουλο και πως τον αποστόμωσε, καρτέρι θεσπρωτίασ, καρτέρι τσίχλας, χριστίνα καρτέρι, καρτέρι λεξικό γλώσσας εσθονικά, καρτέρι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καρποφόρος στα εσθονικά - viljakas, viljakat, viljaka, viljakaks, viljakad
- καρπός στα εσθονικά - vili, puuvili, puu-, puu, puuviljad
- καρτερία στα εσθονικά - kannatlikkus, kannatus, pasjanss, vastupidavus, Endurance, vastupidavust, vastupidavuse, ...
- καρυκεύω στα εσθονικά - aroom, maitsestama, vürts, maitseaine, vürtsi, vürtsid, spice, ...
Τυχαίες λέξεις
Καρτέρι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: varitsus, varitsema, lõks, Trap, lõksu, püüduri, mõrra
Μεταφράσεις: varitsus, varitsema, lõks, Trap, lõksu, püüduri, mõrra