Καρτέρι στα ρωσικά
Μετάφραση: καρτέρι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
основа, засада, ловушка, ловушку, ловушки, ловушкой
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρτέρι
ρηχό καρτέρι, καρτέρι σκοπιανού στον αβραμόπουλο και πως τον αποστόμωσε, καρτέρι θεσπρωτίασ, καρτέρι τσίχλας, χριστίνα καρτέρι, καρτέρι λεξικό γλώσσας ρωσικά, καρτέρι στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- καρποφόρος στα ρωσικά - продуктивный, плодородный, плодотворный, плодовитый, урожайный, плодоносный, результативный, ...
- καρπός στα ρωσικά - плодоносить, последствие, плоды, порождение, фрукт, следствие, результат, ...
- καρτερία στα ρωσικά - воздержанность, настойчивость, терпение, терпеливость, пасьянс, выносливость, выносливости, ...
- καρυκεύω στα ρωσικά - пикантность, пряность, смак, запах, привкус, оттенок, вкус, ...
Τυχαίες λέξεις
Καρτέρι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: основа, засада, ловушка, ловушку, ловушки, ловушкой
Μεταφράσεις: основа, засада, ловушка, ловушку, ловушки, ловушкой