Κατηφορίζω στα εσθονικά
Μετάφραση: κατηφορίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kallak, nõlv, allamäge minema
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατηφορίζω
κατηφορίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, κατηφορίζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κατηγορούμενος στα εσθονικά - kostja, süüalune, kaebealune, süüdistatav, süüdistatakse, süüdistatava, süüdistatud, ...
- κατηγορώ στα εσθονικά - süüdistama, süü, süüdistada, süüdi, süüd, süüdistamine
- κατοικήσιμος στα εσθονικά - asustatav, elamiskõlblik, elama, elamiskõlblikud, elamistingimused, elamistingimuste
- κατοικία στα εσθονικά - eluase, maja, House, majas, täiskogu
Τυχαίες λέξεις
Κατηφορίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kallak, nõlv, allamäge minema
Μεταφράσεις: kallak, nõlv, allamäge minema