Κατηφορίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: κατηφορίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slutta, stigning, gå, går, åka, att gå, go
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατηφορίζω
κατηφορίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, κατηφορίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κατηγορούμενος στα σουηδικά - svarande, talade, anklagade, anklagas, anklagades, anklagad
- κατηγορώ στα σουηδικά - skulden, klander, skylla, skuld, klandra
- κατοικήσιμος στα σουηδικά - beboelig, beboe, inflyttningsklar, beboeliga, boyta i
- κατοικία στα σουηδικά - hemvist, boning, vistelse, residens, bostad, säte, hus, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατηφορίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: slutta, stigning, gå, går, åka, att gå, go
Μεταφράσεις: slutta, stigning, gå, går, åka, att gå, go