Κατηφορίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: κατηφορίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megy lefelé, lefelé menni
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατηφορίζω
κατηφορίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κατηφορίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κατηγορούμενος στα ουγγρικά - vádlott, terhelt, azzal vádolta, vádolt, vádolta, vádolják
- κατηγορώ στα ουγγρικά - szemrehányás, hibáztat, hibás, hibáztatni, felelősséget
- κατοικήσιμος στα ουγγρικά - lakható, nappali, lakóhelyiség, lakhatóvá, galéria
- κατοικία στα ουγγρικά - kastély, rezidencia, ház, House, házban, házat, háza
Τυχαίες λέξεις
Κατηφορίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megy lefelé, lefelé menni
Μεταφράσεις: megy lefelé, lefelé menni